Ο βηματοδότης είναι μια μικρή συσκευή που παράγει ηλεκτρικά ερεθίσματα, τα οποία διεγείρουν την καρδιά μέσω ενός ή δύο καλωδίων και της επιτρέπει να συσπάται ρυθμικά. Αποτελείται από τη γεννήτρια, η οποία παράγει τα ηλεκτρικά ερεθίσματα και τα ηλεκτρόδια, τα οποία μεταδίδουν αυτά τα ηλεκτρικά ερεθίσματα στην καρδιά, αλλά συγχρόνως μεταφέρει σήματα από την καρδία στο βηματοδότη.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ο ρυθμός της καρδίας ρυθμίζεται από το φλεβόκομβο, ο οποίος βρίσκεται στο δεξιό κόλπο της καρδιάς. Ο φλεβόκομβος παράγει σε κανονικά διαστήματα ηλεκτρικά σήματα και αναλόγως τις ανάγκες του σώματος αυξομειώνει τον καρδιακό ρυθμό. Από το φλεβόκομβο, το ηλεκτρικό ερέθισμα φτάνει στον κολποκοιλιακό κόμβοκαι μεταδίδεται στις δύο κοιλίες.  Σε καταστάσεις όπου η φυσική αυτή διέγερση της καρδιάς έχει διαταραχθεί και προκαλεί στο άτομο βραδυκαρδίες ή αρρυθμίες, τοποθετείται βηματοδότης.                                                                                                                           

Πότε κρίνεται απαραίτητος ο βηματοδότης;

Σε περίπτωση που η ομαλή λειτουργία του φλεβόκομβου διαταραχθεί ή υπάρξει βλάβη σε κάποιο σημείο του συστήματος αγωγής, δημιουργείται πρόβλημα. Στις βλάβες του φλεβόκομβου, ο ρυθμός των ηλεκτρικών σημάτων που στέλνεται στην καρδιά ή αυξομειώνεται ακανόνιστα ή είναι πολύ χαμηλός με αποτέλεσμα το σώμα να μην λαμβάνει το αίμα που χρειάζεται.

Στις βλάβες του συστήματος αγωγής, ο φλεβόκομβος στέλνει ηλεκτρικά σήματα, αλλά λόγω προβλήματος στις ηλεκτρικές οδούς, οι οποίες μεταφέρουν αυτά τα ερεθίσματα στην καρδιά, δεν φτάνουν καθόλου ή φτάνουν καθυστερημένα. Και στις δύο περιπτώσεις παρουσιάζονται συμπτώματα, όπως ζάλη, κόπωση και λιποθυμία. Ο βηματοδότης τοποθετείται σε αυτές τις περιπτώσεις και διατηρεί το φυσιολογικό ρυθμό της καρδιάς.

Πώς λειτουργεί ο βηματοδότης;

Ο βηματοδότης λειτουργεί μόνο όταν αισθανθεί ότι ο φυσιολογικός ρυθμός της καρδιάς πέφτει κάτω από το προκαθορισμένο από εμάς όριο. Όταν η καρδιά επιστρέφει στο φυσιολογικό της ρυθμό, παραμένει σιωπηλός, αλλά σε ετοιμότητα για να ξεκινήσει τη μετάδοση ερεθισμάτων. Ορισμένοι βηματοδότες είναι σχεδιασμένοι να παρέχουν επιπλέον λειτουργίες, όπως τη διέγερση της καρδιάς σε διαφορετικούς ρυθμούς αναλόγως τη φυσική δραστηριότητα του ασθενούς.

Πώς τοποθετείται ο βηματοδότης;

Η επέμβαση για την εμφύτευση του βηματοδότη διαρκεί συνήθως 1 με 2 ώρες και χρησιμοποιείται τοπική αναισθησία. Η γεννήτρια (μπαταρία)του βηματοδότη τοποθετείται υποδορίως στο θώρακα, κάτω από την δεξιά κλείδα. Έπειτα προωθούνται με ειδικό τρόπο στην υποκλείδιο φλέβα ένα ή δύο καλώδια στις καρδιακές κοιλότητες, τα οποία συνδέονται στη γεννήτρια του βηματοδότη.

Αυτά τα καλώδια είναι οι αισθητήρες του βηματοδότη και το μέσο του ηλεκτρικού ερεθίσματος που χρειάζεται η καρδιά όταν δυσλειτουργεί. Μετά την επέμβαση ο ασθενής παραμένει ξαπλωμένος για τουλάχιστον 12 ώρες, ώστε να μην μετακινηθούν τα καλώδια. Το εξιτήριο δίνεται την επόμενη ημέρα και ο ασθενής θα πρέπει να επιστρέψει στο νοσοκομείο μετά από μια εβδομάδα για την αφαίρεση των ραμμάτων και τον έλεγχο της βηματοδοτικής συσκευής.

Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την απόφαση για εμφύτευση βηματοδότη;

Η επέμβαση για βηματοδότη είναι μια διαδικασία, η οποία εξαρτάται από κάποιους παράγοντες. Δεν μπορούν όλοι οι ασθενείς να βάλουν βηματοδότη. Παρακάτω βλέπουμε αναλυτικά τους παράγοντες που επηρεάζουν, θετικά ή αρνητικά, αυτήν την απόφαση:

  1. Η γενική κατάσταση της υγείας καθώς και το προσδόκιμο επιβίωσης του ασθενούς παίζει σημαντικό ρόλο στην τοποθέτηση του βηματοδότη.
  2. Πιθανότητες για βελτίωση της υγείας του ασθενούς μετά την τοποθέτηση του βηματοδότη.
  3. Πιθανότητες επιδείνωσης της εγκεφαλικής λειτουργίας λόγω βραδυκαρδίας.
  4. Συνυπάρχουσες παθήσεις.
  5. Η επιθυμία του ασθενούς για τοποθέτηση ή μη βηματοδότη.

 

Ποιες οδηγίες πρέπει να ακολουθείτε μετά την τοποθέτηση βηματοδότη;

Μετά την τοποθέτηση του βηματοδότη, θα πρέπει να ακολουθείτε ορισμένες οδηγίες που σας έχει δώσει ο γιατρός σας. Αυτές είναι:

  1. Για το πρώτο διάστημα αποφυγή έντονης σωματικής δραστηριότητας για να αποφευχθεί ενδεχόμενη μετακίνηση των καλωδίων που θα έχει ως αποτέλεσμα δυσλειτουργία του βηματοδότη.
  2. Ο καρδιακός ρυθμός θα μεταβάλλεται, αλλά δεν θα πρέπει να πέσει κάτω από το κατώτατο όριο στο οποίο είναι προγραμματισμένος ο βηματοδότης, συνήθως 60 σφύξεις / λεπτό.
  3. Να επισκέπτεστε τακτικά το γιατρό σας για έλεγχο του βηματοδότη. Ο έλεγχος αυτός γίνεται πριν την έξοδο από το νοσοκομείο, στην κοπή των ραμμάτων και κάθε χρόνο, εκτός απροόπτου.
  4. Μόλις λάβετε την ταυτότητα βηματοδότη, φροντίστε να την έχετε πάντα μαζί σας, γιατί αυτή περιέχει όλα τα στοιχεία του βηματοδότη.
  5. Όταν ενδεχομένως επαναπρογραμματιστεί ο βηματοδότης σας, ζητήστε από το γιατρό να σας δώσει αντίγραφο με τα νέα στοιχεία.
  6. Στα σημεία ελέγχου των αεροδρομίων, με την επίδειξη της ειδικής ταυτότητας, αποφύγετε τα μηχανήματα ανίχνευσης.
  7. Ενημερώστε το ιατρικό προσωπικό για την παρουσία βηματοδότη σε περίπτωση που χρειαστεί να υποβληθείτε σε μαγνητική τομογραφία.
  8. Αποφύγετε δραστηριότητες που έρχονται σε επαφή με την περιοχή του βηματοδότη.
  9. Σε περίπτωση επανεμφάνισης των συμπτωμάτων, ενημερώστε απευθείας το γιατρό σας
  10. .

Γενικότερα, ο βηματοδότης δεν περιορίζει τον ασθενή από καμία φυσική δραστηριότητα ή κίνηση. Τα περπάτημα, η ποδηλασία, το ανεβοκατέβασμα της σκάλας, οι δουλείες του σπιτιού δεν δημιουργούν κανένα πρόβλημα. Ο βηματοδότης είναι συμβατός με όλα τα φάρμακα. Ο ασθενής θα πρέπει να έχει πάντα μαζί του την κάρτα/ ταυτότητα βηματοδότη, καθώς σε αυτήν υπάρχουν τα στοιχεία του ασθενούς και τα βασικά χαρακτηριστικά του βηματοδότη.

 

Τι επιπλοκές μπορεί να έχει ο βηματοδότης;

Η τοποθέτηση του βηματοδότη σπανίως συνοδεύεται από επιπλοκές. Μια σπάνια επιπλοκή που αφορά  την επέμβαση είναι η διάτρηση των φλεβών μέσα από τις οποίες οδηγούνται τα καλώδια του βηματοδότη και η διάτρηση της καρδιάς, καθώς και η συλλογή αίματος γύρω από αυτήν. Πιο συχνή θεωρείται η μόλυνση της θήκης, όπου βρίσκεται η μπαταρία, από κάποιο μικρόβιο. Η μόλυνση αυτή καταπολεμάται  με αντιβίωση. Τέλος, μπορεί να δημιουργηθεί αιμάτωμα στη θήκη και φλεβική θρόμβωση.

Πώς αντικαθιστάται η μπαταρία του βηματοδότη;

Η μπαταρία του βηματοδότη διαρκεί συνήθως από 5 έως 10 χρόνια, ανάλογα με τον προγραμματισμό του και τη χρήση που  γίνεται. Η κατάσταση της μπαταρίας ελέγχεται κάθε φορά στους τακτικούς ελέγχους που πραγματοποιούνται και με αυτό τον τρόπο ο γιατρός γνωρίζει και προγραμματίζει την αντικατάστασή της ,όταν χρειαστεί. Η αντικατάσταση της μπαταρίας γίνεται με τοπική αναισθησία.

Η παλιά μπαταρία αφαιρείται και η νέα συνδέεται με τα καλώδια, που υπάρχουν ήδη και τοποθετείται στη θήκη του βηματοδότη που προϋπάρχει. Η διαδικασία διαρκεί περίπου 30 λεπτά και τα ράμματα αφαιρούνται σε μια εβδομάδα.

Ηλεκτρικές συσκευές και βηματοδότης

Ορισμένες ηλεκτρικές συσκευές ενδέχεται να προκαλέσουν παρεμβολές ή βλάβες στο βηματοδότη. Αυτές οι συσκευές είναι οι εξής:

  1. Το κινητό τηλέφωνο: Δεν προκαλεί αναστολή του βηματοδότη, αλλά καλό είναι να το χρησιμοποιείτε από την αντίθετη πλευρά που είναι τοποθετημένος ο βηματοδότης. Ενδείκνυται η χρήση hands free
  2. Ο φούρνος μικροκυμάτων: Όταν λειτουργεί να μένετε μακριά του περίπου 2 με 3 μέτρα
  3. Οι συσκευές ανίχνευσης μετάλλων: Προκαλεί προσωρινή αναστολή του βηματοδότη

Εξετάσεις και βηματοδότης

Πριν από κάθε εξέταση, οποιασδήποτε φύσεως, θα πρέπει να ενημερώνετε τον γιατρό ότι έχετε βηματοδότη. Η μαγνητική τομογραφία απαγορεύεται, εξαιτίας του ισχυρού μαγνητικού πεδίου που δημιουργείται. Η απλή ακτινογραφία και η αξονική τομογραφία δεν έχουν κανένα φόβο και μπορούν να γίνουν ελεύθερα.

Πότε πρέπει να πάτε στο γιατρό;

Εάν παρουσιάσετε κάποιο από αυτά τα συμπτώματα, θα πρέπει να επικοινωνήσετε απευθείας με το γιατρό σας:

  1. Πόνος στο στήθος
  2. Ερυθρότητα και οίδημα στην περιοχή του βηματοδότη
  3. Πυρετός που διαρκεί πάνω από 2 ημέρες
  4. Δυσκολία στην αναπνοή
  5. Εκροή υγρού από την τομή
  6. Ίλιγγος ή τάση λιποθυμίας
  7. Αίσθημα αδυναμίας ή κόπωσης
  8. Πρήξιμο στα πόδια ή τα χέρια
  9. Ενοχλητικές μυϊκές συσπάσεις
  10. Επανεμφάνιση των συμπτωμάτων που υπήρχαν πριν το βηματοδότη