Αρθρογραφία

Αθηρωμάτωση και στεφανιαία νόσος

Η αθηρωμάτωση – στεφανιαία νόσος είναι μια χρόνια διαδικασία που μπορεί να οδηγήσει σε δημιουργία αθηρωματικών πλακών με αποτέλεσμα τη στένωση – απόφραξη του αυλού των αγγείων. Οι αθηρωματικές πλάκες σχηματίζονται από την εναπόθεση λίπους και ασβεστίου  στα τοιχώματα των αρτηριών .

Ο σχηματισμός αθηρωματικών πλακών ευνοείται από την αρτηριακή υπέρταση, την υπερλιπιδαιμία, το κάπνισμα, το σακχαρώδη διαβήτη και από γενετικούς παράγοντες. Η στεφανιαία νόσος  προκαλείται από την στένωση των αρτηριών που αιματώνουν την καρδια (στεφανιαίες αρτηρίες) με συνέπεια κλινικές εκδηλώσεις όπως στηθάγχη και έμφραγμα.

Πώς εκδηλώνεται η στεφανιαία νόσος;

Η στεφανιαία νόσος μπορεί να μην έχει κανένα σύμπτωμα και να εκδηλωθεί σε προχωρημένη ηλικία, μπορεί όμως και να εκδηλωθεί με δυσάρεστο τρόπο σε μικρότερες ηλικίες. Το αρχικό σύμπτωμα της στεφανιαίας νόσου συνήθως είναι η στηθάγχη, δηλαδή ο πόνος ή το αίσθημα βάρους στο στήθος που αντανακλά πολλές φορές στο αριστερό χέρι ή και στο λαιμό και την κάτω γνάθο. Δυστυχώς όμως, σε πολλές περιπτώσεις η πρώτη εκδήλωση στεφανιαίας νόσου είναι το έμφραγμα η καρδιακή ανεπάρκεια και ο αιφνίδιος θάνατος. Αναλυτικότερα:

  1. Στηθάγχη: είναι η θωρακική ενόχληση που περιγράφεται σαν πόνος, βάρος, σφίξιμο ή δύσπνοια και εμφανίζεται κατά την προσπάθεια. Κάθε θωρακικός πόνος που εμφανίζεται σε προσπάθεια και υποχωρεί μετά τη διακοπή της, θεωρείται ύποπτος για στηθάγχη. Η σταθερή στηθάγχη οφείλεται σε στενώσεις των στεφανιαίων αρτηριών από τις αθηρωματικές πλάκες και ο πόνος εμφανίζεται κατά την εκτέλεση μιας δραστηριότητας. Ο πόνος αυτός είναι διαφορετικός για κάθε ασθενή και εξαρτάται από το βαθμό και την ένταση της προσβολής των στεφανιαίων αρτηριών.   Η ασταθής στηθάγχη οφείλεται σε απότομη αύξηση της στένωσης μιας στεφανιαίας αρτηρίας εξαιτίας συνήθως ρήξης μιας αθηρωματικής πλάκας και της θρόμβωσης που ακολουθεί μέσα στον αυλό του αγγείου στο σημείο ρήξης και είναι συχνά προάγγελος οξέος εμφράγματος. Το χαρακτηριστικό της ασταθούς στηθάγχης είναι η εκδήλωση αυτής στην ηρεμία.
  2. Οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου: Στην περίπτωση αυτή έχουμε απόφραξη της ροής του αίματος( πλήρης διακοπή) μετά τη ρήξη της αθηρωματικής πλάκας και επακόλουθη θρόμβωση. Το τμήμα του μυοκαρδίου που παίρνει αίμα από κλάδους της αρτηρίας μετά το σημείο απόφραξης, νεκρώνεται και όσο πιο κεντρικά συμβεί η βλάβη της αρτηρίας τόσο μεγαλύτερη η νέκρωση και το έμφραγμα. Μπορεί να προκληθεί μετά από έντονη άσκηση, αλλά και σε κατάσταση ηρεμίας. Ο πόνος είναι παρόμοιος με της στηθάγχης, αλλά πιο έντονος, μεγάλης διάρκειας (πάνω από 30 λεπτά) και συνοδεύεται από ωχρότητα, εφίδρωση και τάση προς έμετο.
  3. Καρδιακή ανεπάρκεια: Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι σπάνια σαν πρώτη εκδήλωση και συνήθως επέρχεται μετά από σιωπηρό (ασυμπτωματικό) εκτεταμένο έμφραγμα, το οποίο νεκρώνει τμήμα της καρδιάς, που αφού μετατραπεί σε ουλή δεν μπορεί να συνεισφέρει στην καρδιακή συστολή.

 

Η στεφανιαία νόσος και οι παράγοντες κινδύνου

Πολλοί είναι οι παράγοντες που μπορούν να συμβάλλουν έτσι ώστε να εμφανιστεί η στεφανιαία νόσος. Αυτοί χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου και του μη τροποποιήσιμους. Αναλυτικότερα:

  A. Τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου

  1. Το κάπνισμα: Οι καπνιστές έχουν διπλάσιες πιθανότητες εμφάνισης καρδιακού επεισοδίου και κίνδυνος θανατηφόρου καρδιαγγειακού συμβάντος αυξάνεται 5 φορές στους καπνιστές σε σχέση με τους μη καπνιστές.
  2. Η παχυσαρκία: Η υπέρμετρη εναπόθεση λιπώδους ιστού στο σώμα και κυρίως στην περιοχή της κοιλιάς, παίρνουν μέρος στις διαδικασίες που συμμετέχουν στην εμφάνιση των αθηρωματικών πλακών.
  3. Η καθιστική ζωή και η περιορισμένη φυσική δραστηριότητα: Η φυσική δραστηριότητα βοηθά στη σωστή ρύθμιση του λιπιδαιμικού προφίλ του οργανισμού και βελτιώνει τον μεταβολισμό. Η έλλειψη αυτής, συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών συμβαμάτων.
  4. Η αρτηριακή υπέρταση: Οι υψηλές τιμές αρτηριακής πίεσης μπορούν να συνοδεύονται από στεφανιαία νόσο.
  5. Ο σακχαρώσης διαβήτης: θεωρείται νόσος των αγγειών, συντελώντας στην επιτάχυνση της αθηρωματικής διαδικασίας. Για το λόγο αυτό ο σωστός έλεγχος του διαβήτη έχει ιδιαίτερη σημασία.
  6. Η χοληστερόλη: Εάν οι τιμές της στο αίμα υπερβούν τα ανώτερα επιτρεπτά όρια, ο κίνδυνος να εμφανιστεί στεφανιαία νόσος αυξάνεται.
  7. Το άγχος, η κατάθλιψη και η ψυχική ένταση: Ψυχολογικοί παράγοντες που συμβάλλουν, ώστε να εμφανιστεί στεφανιαία νόσος.

   B. Μη τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου

  1. Το φύλο: Η στεφανιαία νόσος εμφανίζεται συχνότερα και πρωιμότερα στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες κι αυτό οφείλεται στις γυναικείες ορμόνες που τις προστατεύουν όταν βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία.
  2. Η ηλικία: Η στεφανιαία νόσος εμφανίζεται συχνότερα όσο αυξάνεται και η ηλικία. Για τους άντρες οι πιθανότητες μεγαλώνουν από την ηλικία των 50 ετών και άνω, ενώ για τις γυναίκες από την ηλικία 60 ετών και άνω.
  3. Το οικογενειακό ιστορικό πρώιμης στεφανιαίας νόσου: Άτομα που οι γονείς τους πάσχουν από στεφανιαία νόσο και ειδικότερα όταν αυτή έχει εμφανιστεί πριν την ηλικία των 50 ετών για τους άνδρες και πριν τα 60 για τις γυναίκες, έχουν αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης της νόσου.

 

Πώς διαγιγνώσκεται η στεφανιαία νόσος;

Οι διαγνωστικές εξετάσεις για τη ανίχνευση στεφανιαίας νόσου είναι αρκετές.

  1. Το ηλεκτροκαρδιογράφημα: Στο ηλεκτροκαρδιογράφημα μπορούμε να δούμε εάν ο ασθενής έχει υποστεί έμφραγμα στο παρελθόν ή αν εκείνη τη στιγμή το μυοκάρδιο ισχαιμεί.
  2. Υπερηχοκαρδιογράφημα (triplex καρδιάς) : Με αυτό τον τρόπο ελέγχεται η κινητικότητα των τοιχωμάτων της καρδιάς στους ασθενείς που έχουν υποστεί έμφραγμα ή αναφέρουν ύποπτη συμπτωματολογία κι επίσης αξιολογείται η λειτουργία των καρδιακών βαλβίδων.
  3. Τεστ κοπώσεως: Ελέγχεται η λειτουργικότητα του μυοκαρδίου κατά την άσκηση με βάση συνεχόμενη ηλεκτροκαρδιογραφική καταγραφή και διαπιστώνεται αν ο πόνος που μπορεί να νοιώθει ο ασθενής στο στήθος προέρχεται από την καρδιά ή από άλλη αιτία.
  4. Σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου : αποτελεί απεικονιστική μέθοδο και διενεργείται με ραδιενεργό ενδοφλέβιο φάρμακο. Αρχικά η καρδιά κοπώνεται είτε με δοκιμασία κοπώσεως είτε φαρμακευτικά και στη συνέχεια μετά τη χορήγηση του ραδιοφαρμάκου, ο ασθενής ξαπλώνει σε ειδικό κρεβάτι κάτω από μια γ-κάμερα. Η κάμερα αυτή συλλαμβάνει τους σπινθηρισμούς της ραδιενεργού ουσίας που προέρχονται από την καρδιά τόσο στην κόπωση όσο και στην ηρεμία (2 ώρες μετά τη χορήγηση του φαρμάκου). Με ειδική επεξεργασία καταγράφονται και συγκρίνονται οι εικόνες της καρδιάς στην κόπωση και την ηρεμία και διαπιστώνονται ενδεχόμενες ισχαιμικές περιοχές.
  5. Δυναμικό υπερηχοκαρδιογράφημα (Stress Echo) : πρόκειται για triplex καρδιάς που διενεργείται με τη χορήγηση ενδοφλεβίου φαρμάκου που κατά τη διάρκεια της υπερηχογραφικής απεικόνισης προκαλεί ταχυκαρδία κι ελέγχεται η κινητικότητα των τοιχωμάτων της καρδιάς στο .
  6. Βιοχημικοί δείκτες: Δείκτες όπως η τροπονίνη, η CPK, η SGOT, η SGPT, κ.α. είναι σημαντικοί για την πρόγνωση και τη διάγνωση της μυοκαρδιακής νέκρωσης.μέγιστο έργο της.
  7. Στεφανιογραφία: ελέγχεται ο αυλός των αρτηριών για τυχόν στενώσεις  και διενεργείται αν κάποια από τις παραπάνω διαγνωστικές μεθόδους είναι θετική ή σε περίπτωση οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου.

Η στεφανιαία νόσος και θεραπείες

Η στεφανιαία νόσος έχει διάφορες θεραπείες, οι οποίες όμως εξαρτώνται από τη σοβαρότητά της και τα συμπτώματα που προκαλεί. Αρχικά υπάρχει η συντηρητική αγωγή με φάρμακα, η οποία έχει έντονο προληπτικό χαρακτήρα. Η φαρμακευτική αγωγή έχει στόχο την ανακούφιση από τη στηθάγχη, την αποφυγή οξέων συμβάντων και την αναχαίτιση της στεφανιαίας νόσου. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι:

  1. Νιτρώδη: Διαστέλλουν τα αγγεία παρέχοντας περισσότερη αιματική ροή και αντιμετωπίζουν τον πόνο.
  2. Στατίνες: Μειώνουν τη χοληστερόλη και γενικότερα έχουν ευεργετική δράση.
  3. Αντιαιμοπεταλιακά: Για την αποφυγή δημιουργίας θρόμβων.
  4. Β αδρενεργικοί ανταγωνιστές: Μειώνουν τον καρδιακό ρυθμό, την αρτηριακή πίεση και μειώνουν τις ανάγκες του μυοκαρδίου σε οξυγόνο.
  5. Αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης: Για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης και τη βελτίωση της λειτουργίας του ενδοθηλίου.
  6. Αναστολείς των διαύλων ασβεστίου: Ελαττώνουν την αρτηριακή πίεση.

Σε περιπτώσεις που η στεφανιαία νόσος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη φαρμακευτική αγωγή απευθυνόμαστε στην επεμβατική αντιμετώπιση. Η επεμβατική αντιμετώπιση περιλαμβάνει την αγγειοπλαστική και την αορτοστεφανιαία παράκαμψη (by pass).

  1. Αγγειοπλαστική: ένας ειδικός καθετήρας φτάνει στα στεφανιαία αγγεία με σημείο εισόδου τη μηριαία αρτηρία. Όταν φτάσουμε στο σημείο που υπάρχει η απόφραξη ανοίγουμε το stent που υπάρχει στην άκρη του καθετήρα και σπάμε την πλάκα που έχει αποφράξει το αγγείο ανοίγοντας έτσι τον αυλό, ώστε να αποκατασταθεί η ροή του αίματος μέσα στο αγγείο, όπου είναι τεχνικά δυνατό. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις ή αν το κρίνει ο θεράπων ιατρός γίνεται by pass.
  2. Αορτοστεφανιαία παράκαμψη (by pass): Με το by pass παρακάμπτονται τα σημεία των αποφραγμένων στεφανιαίων αρτηριών με τη χρήση μοσχευμάτων από φλέβες ή αρτηρίες που έχουν ληφθεί από άλλο σημείο του σώματος του ασθενούς.

 

Η στεφανιαία νόσος μπορεί να καταπολεμηθεί εν μέρει και με την αλλαγή στον τρόπο ζωής μας. Η διακοπή του καπνίσματος, η αποφυγή του αλατιού στη διατροφή μας και τροφών με πολλά λίπη, καθώς και η σωματική άσκηση μπορούν να λειτουργήσουν επικουρικά με κάθε άλλη θεραπευτική μέθοδο.